14 Ιουνίου 2008

Ο ΡΥΠΑΙΝΩΝ ΣΤΑ ΣΠΑΤΑ ΠΛΗΡΩΝΕΙ. ΘΑΡΡΑΛΕΑ ΟΜΟΦΩΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ.

Στο πλαίσιο των ευθυνών και της ευαισθησίας του Δήμου για το περιβάλλον, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Σπάτων με την υπ' αριθμ.38/2008 ΟΜΟΦΩΝΗ απόφασή του, που ισχύει από 2 Απριλίου 2008 αποφάσισε τα εξής:

Αναμόρφωσε ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ
Με σκοπό την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής της πόλης μας και την προστασία του περιβάλλοντος που έχει ως εξής·.
1. Απαγορεύεται να χύνονται ακάθαρτα νερά στους δρόμους (βόθροι, πλυντήρια).
Στους παραβάτες θα γίνεται έγγραφη προσωπική ειδοποίηση, με την οποία θα καλούνται να συμμορφωθούν με τον κανονισμό καθαριότητας. Εάν παρ' όλα αυτά εξακολουθούν την παραβίαση του κανονισμού θα τους επιβάλλεται πρόστιμο 100€ και εάν συνεχίσουν και πάλι την παράβαση, το πρόστιμο την δεύτερη φορά θα ανέρχεται στα 500 ευρώ και την τρίτη στα 1.000 ευρώ.
2. Καθαρισμός οικοπέδων εντός σχεδίου.
Πρέπει οι ιδιοκτήτες των αδόμητων οικοπέδων να καθαρίζουν τα ' οικόπεδά τους (έχει ξεκινήσει η καταγραφή των ακαθάριστων οικοπέδων και ο εντοπισμός των ιδιοκτητών). Εάν ο ιδιοκτήτης δεν καθαρίσει το οικόπεδο, θα αναλάβει να το καθαρίσει ο Δήμος χρεώνοντας τον ιδιοκτήτη με 300 €, εάν το οικόπεδο έχει μόνο χόρτα και εάν στο οικόπεδο υπάρχουν μπάζα ή άλλα αντικείμενα θα αποτιμάται η εργασία και θα υπάρχει ανάλογη χρέωση.
3. Καλλιέργεια αγροκτημάτων (χωράφια χέρσα ή χωράφια με ελιές)
Θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια να καλλιεργηθούν όλα τα αγροκτήματα που σήμερα είναι χέρσα και είναι ζώνες υψηλού κίνδυνου, αφού τα χόρτα σε πολλές περιπτώσεις υπερβαίνουν το ένα μέτρο ύψος.
Παρακαλούμε τους συντοπίτες μας να δείξουν την ευαισθησία τους στην προστασία του περιβάλλοντος και να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους.
4. Ανεξέλεγκτη ρίψη απορριμμάτων, μπαζών και λυμάτων.
Για ανεξέλεγκτη ρίψη μπαζών ή αντικειμένων με μικρού κυβισμού αυτοκίνητο ή τρακτέρ θα επιβάλλεται πρόστιμο 6.000 €.
Για ανεξέλεγκτη ρίψη μπαζών ή αντικειμένων με μεγάλου κυβισμού αυτοκίνητο θα επιβάλλεται πρόστιμο 6.000 ευρώ.
Για παράνομη ρίψη λυμάτων θα επιβάλλεται πρόστιμο 10.000 €. Για παράνομη μεταφόρτωση λυμάτων θα επιβάλλεται πρόστιμο 10.000 €

ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ . Οδηγία περί περιβαλλοντικής ευθύνης. Ο ρυπαίνων πληρώνει.
τα πράγματα δυσκολεύουν για όσους βλάπτουν το περιβάλλον, είτε εσκεμμένα είτε από αμέλεια. Μέχρι τις 30 Απριλίου 2007, όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) όφειλαν να μεταφέρουν την οδηγία περί περιβαλλοντικής ευθύνης στο εθνικό τους δίκαιο. Έτσι, η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» θα αποτελέσει πραγματικότητα για όλους.
Η οδηγία αυτή, η οποία εγκρίθηκε τον Απρίλιο του 2004, καθορίζει το πλαίσιο της περιβαλλοντικής ευθύνης. Βασική της αρχή είναι ότι όποιος ρυπαίνει το περιβάλλον πρέπει να πληρώσει για τις ζημίες που προκαλεί. Με άλλα λόγια, πρέπει είτε να εμποδίσει είτε να αποκαταστήσει τις βλάβες στο περιβάλλον. Αν και πρόκειται για μια πρωτότυπη προσέγγιση, η αρχή αυτή διατυπώθηκε στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας το 1987.
Η νέα νομοθεσία εισήχθη πολύ δυναμικά το 2000, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τη Λευκή Βίβλο με θέμα την περιβαλλοντική ευθύνη . Παρόλο που αναγνώριζε ότι σε ορισμένα κράτη μέλη ίσχυαν ήδη νόμοι σχετικά με την ευθύνη καθαρισμού μολυσμένων περιοχών, το έγγραφο αυτό σημείωνε ότι στην Ευρώπη δεν υφίστατο εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά την ευθύνη για τις βλάβες στη φύση. Έφτασε συνεπώς στο συμπέρασμα ότι η καλύτερη λύση θα ήταν η έγκριση μιας κοινοτικής οδηγίας-πλαισίου με βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
Ο ρυπαίνων πράγματι θα αναγκαστεί να πληρώσει: αυτοί που προκαλούν περιβαλλοντικές ζημίες είναι οικονομικά υπεύθυνοι για την αποκατάστασή τους. Αν υπάρχει επικείμενη απειλή για περιβαλλοντική ζημία, όσοι είναι υπεύθυνοι για την κατάσταση αυτή οφείλουν να λάβουν αποτρεπτικά μέτρα. Και στις δύο περιπτώσεις, η Ευρώπη θα απολαμβάνει υψηλότερη περιβαλλοντική προστασία.
Τι καλύπτεται;
Σε γενικές γραμμές, η οδηγία εφαρμόζεται σε τρεις κατηγορίες περιβαλλοντικής ζημίας:

  • ζημίες που προκαλούνται στο υδάτινο περιβάλλον το οποίο καλύπτεται από την κοινοτική νομοθεσία περί διαχείρισης υδάτων , ζημίες σε προστατευόμενα είδη και φυσικά ενδιαιτήματα , και μόλυνση της γης που έχει ως αποτέλεσμα σημαντικό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

Για να προσδιοριστεί η ευθύνη, πρέπει να καταδειχθεί αιτιακή σχέση ανάμεσα στη ζημία και τη σχετική δραστηριότητα. Η οδηγία κάνει διάκριση μεταξύ συγκεκριμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων (Παράρτημα ΙΙΙ) και άλλων επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Το πρώτο καθεστώς περιλαμβάνει ορισμένες επικίνδυνες ή δυνητικά επικίνδυνες δραστηριότητες, όπως τις βιομηχανικές ή τις μεγάλης κλίμακας γεωργικές εγκαταστάσεις, ή όσες δραστηριότητες περιλαμβάνουν επικίνδυνες ουσίες. Το δεύτερο είναι γενικότερο και αναφέρεται σε δραστηριότητες που δεν παρατίθενται στο Παράρτημα ΙΙΙ – αλλά μόνο όπου υπάρχει βλάβη ή επίκειται απειλή για βλάβη σε είδη ή φυσικά ενδιαιτήματα που προστατεύονται από την κοινοτική νομοθεσία. Στις εξαιρέσεις από αυτή την περιβαλλοντική ευθύνη περιλαμβάνονται οι ένοπλες συγκρούσεις και οι φυσικές καταστροφές. Η οδηγία επίσης αποφεύγει την περιττή επανάληψη της διεθνούς νομοθεσίας περί ευθύνης, όπως στους τομείς του θαλάσσιου περιβάλλοντος και της πυρηνικής ενέργειας.
Φύλακες του περιβάλλοντος
Η ευθύνη για τη δίωξη όσων προκαλούν βλάβες στο περιβάλλον ανήκει στις αρχές που πρέπει να ορίσει κάθε κράτος μέλος. Οι αρχές αυτές μπορούν να υποχρεώσουν τους «φορείς εκμετάλλευσης» να λάβουν είτε αποτρεπτικά μέτρα είτε μέτρα αποκατάστασης, ανάλογα με την κατάσταση.

Αν οι ίδιες οι αρχές λάβουν αυτά τα μέτρα, έχουν δικαίωμα να ανακτήσουν το κόστος τους από τους φορείς εκμετάλλευσης.
Δεν υπάρχει οικονομικό όριο στο ποσό που οι υπεύθυνοι για τη ρύπανση θα κληθούν να πληρώσουν προς αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημίας. Παρόλο που η οδηγία δεν υποχρεώνει τους φορείς εκμετάλλευσης να ασφαλιστούν για την περίπτωση αφερεγγυότητας, είναι σίγουρα προτιμότερο να το κάνουν. «Ο ρυπαίνων πράγματι θα αναγκαστεί να πληρώσει: αυτοί που προκαλούν περιβαλλοντικές ζημίες είναι οικονομικά υπεύθυνοι για την αποκατάστασή τους.» Η οδηγία ζητά από τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη κατάλληλων χρηματοοκοινομικών εγγυήσεων στον τομέα αυτό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η οδηγία εφαρμόζεται μόνο σε ζημίες που προκλήθηκαν μετά τις 20 Απριλίου του 2007.
Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να προσδιοριστεί πόσο επιτυχημένη θα είναι αυτή η πρωτοποριακή νομοθεσία περί οικονομικής τιμωρίας όσων είναι υπεύθυνοι για περιβαλλοντικές ζημίες. Πράγματι, καθώς αυξάνεται η αποτρεπτική δράση, η μείωση του αριθμού των σημαντικών περιστατικών μπορεί να αποτελέσει αληθινό δείκτη επιτυχίας. Η Επιτροπή θα δώσει στη δημοσιότητα ενδιάμεση έκθεση με θέμα τη διαθεσιμότητα της ασφάλισης και θα ακολουθήσει πλήρης έκθεση σχετικά με την αποτελεσματικότητα της οδηγίας την άνοιξη του 2014. Στο μεταξύ, τα κράτη μέλη μπορούν να εγκρίνουν ή να διατηρήσουν εθνικές διατάξεις που προσφέρουν μεγαλύτερη προστασία στο περιβάλλον – σύμφωνα με τη συνθήκη ΕΕ και ένα ειδικό άρθρο της οδηγίας.

Ο ΡΥΠΑΙΝΩΝ ΠΛΗΡΩΝΕΙ. ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
Έως σήμερα είχε επικρατήσει η άποψη, ότι όποιος προκαλεί ζημιά στο Περιβάλλον «πληρώνει», όπως προβλέπει ο Ν. 1650/86. Δεν προσδιορίζεται όμως επακριβώς ο όρος «περιβαλλοντική ζημιά», ούτε η «επικείμενη απειλή» από τα έργα και τις δραστηριότητες του ανθρώπου, όπως επίσης οι περιβαλλοντικές ζημιές προερχόμενες από τον δημόσιο τομέα είχαν διαφορετική αντιμετώπιση από αυτές του ιδιωτικού τομέα, ενώ η ρύπανση του Περιβάλλοντος είναι η ίδια και από τους δύο τομείς.
Επίσης, η γραφειοκρατική διαδικασία από τη στιγμή βεβαίωσης της παράβασης από την αρμόδια υπηρεσία, που προβλέπεται από το νόμο (Γραφείο Περιβάλλοντος, Δ/νση Βιομηχανίας, Δ/νση Υγείας, κλπ) ή το Κλιμάκιο Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος, μέχρι την είσπραξη του προστίμου, καθώς και οι παρεμβάσεις στελεχών της διοίκησης για ρουσφετολογικούς και ψηφοθηρικούς λόγους, καθιστούν τον σχετικό νόμο σχεδόν ανενεργό.
Συγκεκριμένα τα βήματα για την επιβολή διοικητικής κύρωσης και είσπραξης του προστίμου, ακολουθούν την εξής πορεία :
α) Αίτηση επώνυμη προς την αρμόδια υπηρεσία για την περιβαλλοντική ζημιά, με αναφορά τόπο και είδος ρύπανσης.
β) Χρέωση από τον προϊστάμενο σε αρμόδιο υπάλληλο ή υπαλλήλους για τη διαδικασία αυτοψίας και καταγραφή ζημιάς ή όχλησης.
γ) Συνεννόηση του υπαλλήλου με τον οδηγό της υπηρεσίας για την εξεύρεση ημερομηνίας για τη μετακίνησή του στον τόπο της περιβαλλοντικής παράβασης.
δ) Επίσκεψη στην ρυπαινόμενη περιοχή ή πηγή εκπομπής ρύπων και υποβάθμισης του Περιβάλλοντος.
ε) Λεπτομερής καταγραφή στην έκθεση αυτοψίας, της έντασης και της έκτασης της ζημιάς σε δύο αντίγραφα, που πρέπει να υπογράφονται επιτόπου από τον ελεγκτή και από ελεγχόμενο, με την παροχή ευχέρειας στον ελεγχόμενο να εκφράσει εντός 5 ημερών από την καταγραφή του συμβάντος, τις αντιρρήσεις του.
στ) Αιτιολογημένη εισήγηση του υπαλλήλου προς το Νομάρχη για την επιβολή προστίμου, ανάλογα με την ένταση και έκταση της περιβαλλοντικής ζημιάς.
ζ) Υπογραφή της εισήγησης επιβολής προστίμου από το Νομάρχη, η οποία είναι πλέον στην κρίση του και τη διακριτική του ευχέρεια να την τροποποιήσει, να απορρίψει, ή να την παραπέμψει στον Υπουργό, εφ’ όσον υπερβαίνει τις αρμοδιότητές του.
η) Διαβίβαση της έκθεσης αυτοψίας στην αδειοδοτούσα αρχή, εάν και κατά πόσο συμφωνεί με το πρόστιμο.
θ) Επιστροφή των εγγράφων (έκθεση αυτοψίας και εισήγησης προστίμου) στον χρεωμένο υπάλληλο που τις διεξήγαγε, από το Νομάρχη και την αδειοδοτούσα αρχή.
ι) Καταγραφή και διαβίβαση του προστίμου σε ειδικούς καταλόγους του δημοσίου ταμείου και κοινοποίηση του ποσού καταβολής προστίμου στον παραβάτη.
κ) Τα χρήματα που εισπράττονται από την επιβολή προστίμων για περιβαλλοντικές ζημιές (σύμφωνα με το νόμο περί είσπραξης δημοσίων εσόδων), αποδίδονται στους Ο.Τ.Α ή στο πράσινο (αποκατάσταση οικοτόπων) και γαλάζιο ταμείο (προστασία θαλάσσιας ρύπανσης), που έχει συσταθεί για αυτό το σκοπό από το ΥΠΕΧΩΔΕ.
Η χρονοβόρα αυτή διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων, αφ΄ ενός δεν προστατεύει το Περιβάλλον, αφ΄ ετέρου προκαλεί απογοήτευση σε όσους συμμετέχουν στις αυτοψίες και εισηγούνται το πρόστιμο στο Νομάρχη ή τον Υπουργό, οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν τη δυνατότητα να βεβαιώσουν ή να παραβλέψουν τις καταγγελίες, οδηγώντας τους πολίτες και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Β) Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ Ε.Ε. ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΩΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΩΝ:
Κάθε πολίτης ή περιβαλλοντικός σύλλογος έχει δικαίωμα να καταγγέλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Περιβάλλοντος, περιπτώσεις ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος και αποτελούν παράβαση των Οδηγιών ή Κανονισμών, που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος. Τα Στάδια Ελέγχου από την Επιτροπή Ε.Ε. είναι το προκαταρτικό, το προδικαστικό και η παραπομπή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ) και αναλυτικά έχουν ως εξής :
1. ΤΟ ΠΡΟΚΑΤΑΡΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ: Κατ’ αρχήν η επιτροπή σε πρώτο στάδιο αποστέλλει στο Κράτος- Μέλος μία Επιστολή Όχλησης ζητώντας όλες τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με τα καταγγελλόμενα για την για την εκάστοτε υπόθεση εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, η οποία αναφέρεται στην προαναφερόμενη επιστολή. Εάν οι αρχές του κράτους μέλους δεν απαντήσουν εντός της ταχθείσης προθεσμίας ή εάν η απάντησή τους δεν είναι πλήρης ή είναι μη ικανοποιητική, τότε η Επιτροπή προσφεύγει στην διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 169 της Συνθήκης του Μάαστριχ, όπως θα δούμε παρακάτω.
2. ΤΟ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ

- ΑΡΘΡΟ 169 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ Ε.Ε: Μετά την εκπνοή της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου, η Επιτροπή αποστέλλει Προειδοποιητική Επιστολή στην οποία διατυπώνονται αναλυτικά η εκάστοτε παράβαση και καλεί εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, η οποία αναφέρεται στην Επιστολή, τις αρχές του Κράτους-Μέλους να απαντήσουν στα καταγγελλόμενα, προσθέτοντας αναλυτικές πληροφορίες και στοιχεία. Η προθεσμία απάντησης των αρχών των Κρατών Μελών ενδέχεται μερικές φορές να παραταθεί για εύλογο χρονικό διάστημα.
Αιτιολογημένη Γνώμη. Η Επιτροπή εξετάζει τις παρατηρήσεις και τα στοιχεία που της περιήλθαν για τις καταγγελίες από τις αρχές του Κράτους-Μέλους στη πρώτη επιστολή και αν αυτά κριθούν ελλιπή ή μη ικανοποιητικά, ή ακόμα και στην περίπτωση που δεν έχει καθόλου απάντηση, αποστέλλει Αιτιολογημένη Γνώμη στο Κράτος Μέλος.
Στην Αιτιολογημένη Γνώμη εκτίθενται οι νομικοί και πραγματικοί λόγοι διαπίστωσης παράβασης και προτείνεται από την Επιτροπή Ε.Κ στην Κυβέρνηση του Κράτους-Μέλους, συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να λάβει προκειμένου να αρθεί η παράβαση. Τάσσει επίσης, συγκεκριμένη προθεσμία απάντησης στην Αιτιολογημένη Γνώμη.
Σε περίπτωση που οι Αρχές Κράτους-Μέλους δεν απαντήσουν εμπρόθεσμα με πλήρη στοιχεία κατά των αιτιάσεων της Επιτροπής ή τα στοιχεία κριθούν ελλιπή ή μη ικανοποιητικά, η Επιτροπή δύναται να παραπέμψει την εκάστοτε υπόθεση στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ).

3. ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (ΔΕΚ):
ΓΡΑΠΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ: Εάν παρ’ όλες τις προειδοποιήσεις η επιτροπή κρίνει, ότι το Κράτος-Μέλος δεν συμμορφώνεται ή απαντά κατά τρόπο πλημμελή ή κάνει κακή εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης για συγκεκριμένες καταγγελίες ακολουθείται η παρακάτω διαδικασία.
Η Επιτροπή καταρτίζει προσφυγή βασιζόμενη στις αιτιάσεις που είχε προβάλλει στην Αιτιολογημένη Γνώμη που είχε προηγουμένως απευθύνει προς το Κράτος Μέλος, την οποία αποστέλλει στο ΔΕΚ.
Το Δικαστήριο διαβιβάζει την προσφυγή στο ενδιαφερόμενο Κράτος Μέλος και τάσσει προθεσμία ενός μηνός, προκειμένου το Κράτος Μέλος να απαντήσει στη προσφυγή με Υπόμνημα Αντίκρουσης.
Το ΔΕΚ αφού ολοκληρωθεί η Γραπτή Διαδικασία, ορίζει σε ρητή δικάσιμο προφορική διαδικασία ενώπιον του, κατά την οποία οι διάδικοι -Επιτροπή Ε.Κ. και Κράτος μέλος- αναπτύσσουν τις απόψεις του τους ενώπιον του Δικαστηρίου.
ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: To Δικαστήριο κρίνει όλα τα νομικά και πραγματικά στοιχεία της κάθε υπόθεσης και αφού ακούσει την εισήγηση του Εισαγγελέα, εκδίδει την Απόφασή του. Σε περίπτωση έκδοσης Καταδικαστικής απόφασης το Κράτος μέλος οφείλει σε εύλογο χρονικό διάστημα να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ορθή εφαρμογή των Κοινοτικών διατάξεων που αφορούν στην εκάστοτε συγκεκριμένη καταγγελία, όπως προσδιορίζονται από την απόφαση του ΔΕΚ και να το κοινοποιήσει στην επιτροπή Ε.Κ.
Στις περιπτώσεις που οι Αρχές Κράτους-Μέλους δεν προβούν σε εκτέλεση της Απόφασης του ΔΕΚ μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα η Επιτροπή Ε.Κ, προσφεύγει για δεύτερη φορά στο Δικαστήριο κατά Κράτους-Μέλους βάσει του άρθρου 171 της Συνθήκης του Μάαστριχ για την τήρηση της απόφασης του ΔΕΚ.
Η δεύτερη παραπομπή ακολουθεί συνοπτικά διαδικασία που είναι ανάλογη της διαδικασίας της πρώτης παραπομπής (αρ. 169), δηλαδή, προειδοποιητική επιστολή, αιτιολογημένη γνώμη, με προσφυγή στο ΔΕΚ και έκδοση δεύτερης καταδικαστικής Απόφασης. Σ’ αυτή την περίπτωση το Δικαστήριο προβαίνει σε καταλογισμό σημαντικής οικονομικής επιβάρυνσης στο Κράτος-Μέλος που δεν συμμορφώθηκε, την οποία το τελευταίο οφείλει άμεσα να καταβάλλει.
Όπως προκύπτει από την προηγηθείσα ανάλυση, υπάρχουν βασικά δύο τρόποι επιβολής Διοικητικών κυρώσεων σε όποιον «ρυπαίνει», ο ένας απορρέει από το Ν. 1650/ 86 και αποτελεί εσωτερική διαδικασία του Ελληνικού Κράτους και είναι προφανές ότι «ο ρυπαίνων σπάνια πληρώνει για τους λόγους που προαναφέραμε», ενώ καταβάλλεται προσπάθεια κάθε καταγγελία να ικανοποιείται από το ΥΠΕΧΩΔΕ, ώστε οι πολίτες να μη καταφεύγουν στον δεύτερο τρόπο (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο), όπου η διαδικασία είναι μεν χρονοβόρα, αλλά καταλήγει σε βαριές χρηματικές ποινές (8.000.000 δρχ/ημέρα για τον Κουρουπητό).

Αλλά οποιοδήποτε πρόστιμο και εάν επιβληθεί, υπάρχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον που είναι μη αναστρέψιμες, για το λόγο αυτό η αρχή της πρόληψης έχει μεγαλύτερη αξία από τις διοικητικές κυρώσεις.

Αναζήτηση Εργασίας

Εργασία από την Careerjet

Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψή σας

 

Followers