27 Δεκεμβρίου 2009

Η ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ ΙΕΡΕΙΑ ΚΑΙ ΗΡΩΙΔΑ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ

Τα παλιά Χριστούγεννα. Ανατρέχοντας στη Λαογραφία και Παράδοση, από το βιβλίο του Δ. Λουκάτου, βρήκαμε ένα χαρακτηριστικό κείμενο για την αφανή ηρωίδα των Χριστουγέννων, την νοικοκυρά !.

Μάνα, σύζυγος, γιαγιά, πάντοτε στο κέντρο, να καθοδηγεί με μαεστρία τα πάντα. Διαβάστε το άρθρο και ταξιδέψτε στον χρόνο όσοι ζήσατε τέτοιες προετοιμασίες εορτών, οι υπόλοιποι θα αποκομίσετε χρήσιμες γνώσεις για τις παραδόσεις που αφορούν στη μεγαλύτερη γιορτή του χρόνου.

Δεν είναι μόνο η θρησκευτική περισυλλογή και τα ωραία ανθρωπιστικά λόγια της Υμνογραφίας, πού κάνουν τις ημέρες αυτές των Χριστουγέννων γαληνεμένες και ειρηνοποιές. Είναι κι η ίδια η ανάγκη των ανθρώπων, μέσα στις δύσκολες χειμωνιάτικες ώρες, να ξεφύγουν από τους φυσικούς φόβους των, είναι ύστερα η επιθυ­μία τους, μέσα στην τύρβη της πολλαπλασιασμένης ζωής τους, να ηρεμήσουν από την κοσμική ταραχή, να ξαναγυρίσουν στον «εαυτό» τους και να ζήσουν, αγαπημένα και ζεστά, στην πρώτη βιοτική ομάδα τους, την οικογένεια.

Το σπίτι, τις ημέρες αυτές, όλες τις δώδεκα ημέρες, από τα Χριστούγεννα ως τα Φώτα, γίνεται εστία και φρούριο των ανθρώπινων αισθημάτων, φωλιά αγάπης και ζεστασιάς, πού την περιμέ­νουν με λαχτάρα όσοι ετοιμάζονται να τη ζήσουν, αλλά και με τραγική νοσταλγία εκείνοι που θα τη στερηθούν.

Περίοδος εθίμων, πού μπορεί να ξεκίνησαν από ανθρώπινες ευετηριακές επινοήσεις και φόβους, που μπορεί να τα γέννησε η ανάγκη της σπιτικής αναμονής μπροστά στο μεγάλο φυσικό φαινόμενο της ηλιακής αλλαγής, αλλά που καθαγιάστηκαν από τον χριστιανικό συμβολισμό και δανείστηκαν φως, μέσα στο χειμωνιάτικο σκο­τάδι, φως από την νυχτερινή ακολουθία της εκκλησιάς, φως από τη σπιτική εστία και τα χαρούμενα δείπνα, φως έπειτα από τα κοσμικά ξενυχτήματα και τα ρεβεγιόν.

Δεν έχει σημασία ότι άλλαξαν, από τα πρωτόγονα ή από τα παλιά παραδοσιακά χρόνια, οι συνθήκες της ζωής και οι ανθρώπινες σκέψεις. Στους τρεις σταθμούς της πολιτιστικής μας εξέλιξης, τον πρωτόγονο, τον προγονικό και τον σύγχρονο, ή ανθρώπινη εθιμική συμπεριφορά παραμένει ή ίδια. Την προσοχή στα φυσικά φαι­νόμενα αντικατέστησε η χριστιανική προβολή του θεϊκού "Ηλιου, τη μαγεία για το δυνάμωμα του φυσικού φωτός την ανέλαβαν οι φωταψίες των πανηγυρισμών και των «δέντρων»" την ευχή της ευκαρπίας ή ανταλλαγή των δώρων και τα πλουσιοπάροχα δείπνα, ακόμα και την οικογενειακή συγκέντρωση της αγάπης, την πολλαπλασίασαν τώρα οι κοινωνικές συνεστιάσεις συναδελφικών μελών, με την ευχετική βασιλόπιτα.

Καλότυχοι πάντα όσοι μπορούν και μαζεύονται, χωρίς πολέμους και συμφορές, μπροστά στα εορταστικά αυτά φώτα, όσοι μπορούν και κάθονται σε τραπέζια χορταστικά, καλότυχες κι οι οικογένειες πού χαίρονται τη χριστουγεννιάτικη θαλπωρή, χωρίς πρόσφατους νεκρούς ή άλλους απόντες.

Στην Ελλάδα δεν είχαμε τους βόρειους χειμώνες, πού έδωσαν στα Χριστούγεννα άλλων λαών την πολύ ζεστή και αποκλειστική σπιτική τους ατμόσφαιρα. Είχαμε όμως πάντα κι εμείς την οικογενειακή «περισυλλογή» των σκορπισμένων μελών, με τους ξενιτεμένους πού γύριζαν οπό τα ταξίδια, με τους στρατιώτες που έρχονταν με την «άδεια», με τα παιδιά, πού έπαυαν τα μαθήματα στο σχολείο. Αλλά είχαμε και τα χιονισμένα χωριά της πολυποίκιλης γεωγραφικά χώρας μας, πού ένιωθαν την ανάγκη της χειμωνιάτι­κης αυτής θαλπωρής, είχαμε και τ' απομονωμένα οπό τις τρικυ­μίες νησιά μας, πού περίμεναν τη Βάφτιση, για να δουν να τους ανοίγονται ξανά οι θαλασσινοί δρόμοι.

Το ανθρώπινο στοιχείο γέμιζε τις ήμερες αυτές με κοινωνι­κή πυκνότητα τον ελληνικό χώρο. Ξανάδιναν στο σπίτι τη χαρού­μενη παρουσία τους τα παιδιά του σχολείου, τους περίσσευε μάλιστα χρόνος για να γυρίζουν και στις άλλες γειτονιές, με τα κάλαν­τα. Διαπλάτωναν πάλι οι εκκλησιές και χτυπούσαν οι καμπάνες τους, πιο πολύ για να χαρούν, παρά για να καλέσουν. Δένονταν οι δρόμοι με τις αλυσίδες των εορταστών, πού γυρνούσαν και εύχον­ταν από σπίτι σε σπίτι.

Οι ευχές, πού τόσο άφθονα κι ανοιχτόκαρδα δίνονται τις ημέ­ρες αυτές στην Ελλάδα, ήταν και είναι μια μαγική περιχαράκω­ση για ό,τι φοβόμαστε και ποθούμε. — «Καλά Χριστούγεννα!», με τη σκέψη πάντα της υγείας και της χωρίς καμιά απουσία συγκέντρωσης των μελών του σπιτιού. - «Καλή χρονιά!», με την ελπίδα και τον εκβιασμό της Τύχης για την εξασφάλιση τουλάχιστον ενός χρόνου χαράς και σοδειάς. Και: - «Χρόνια πολλά!», ένα πα­ραπάνω τόλμημα, για την ποθητή μακροζωία.

Δεύτερη εκκλησία λοιπόν το σπίτι, τα Χριστούγεννα, συγκεντρώνει τα μέλη του σαν πιστούς κι έχει τη λατρεία του γύρω από την Εστία, κι έχει τις δεήσεις τους με τις ατέλειωτες ευχές.

Ιέρεια πρώτη κι απαραίτητη, τιμητικά και ηρωικό πρόσωπο των ημερών αυτών, με συγκινητική φροντίδα και μόχθο για την ετοιμασία του σπιτιού και τους εορτασμούς, στέκεται λες, αιώνες τώ­ρα, πλάι στην εστία, ή ελληνίδα Νοικοκυρά: ή μάνα, η αδελφή, ή σύζυγος, ή κόρη.

Μια παράδοση ανθρώπινη κι ελληνική, που δεν θα πρέπει να την ξεχνά ή νεολαία των κοριτσιών μας!
"Ας είναι ευλογημένη η μνήμη των παλιών δασκάλων και λαογράφων, πού εκατάλαβαν τη σημασία της εθνικής μας ζωής και βάλθηκαν να καταγράψουν από χρόνια τα παραδοσιακά έθιμα και τη γλώσσα τους. "Ας είναι επαινετές ιδιαίτερα κι οι ελληνί­δες λαογράφοι πού, σε ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από κάθε άλλον ερευνητικό κλάδο, μας έδωσαν περιγραφές για έθιμα, ντύσιμο, χο­ρούς, τέχνη και λόγο του ελληνικού λαού.

Από τα έθιμα αυτά μπορούμε να σκεφτούμε εδώ όσα δείχνουν τον θεμελιακό ρόλο της Ελληνίδας νοικοκυράς στο χριστουγεννιάτικο παραδοσιακό σπίτι...

Δεν θα παραγνωρίσουμε βέβαια και της σύγχρονης αστικής γυναίκας τις έγνοιες και τις φροντίδες. Πολύ λίγο το καταλαβαί­νουμε εμείς οι άντρες (οπό τους γέρους πού περιμένουν να καλοφάνε, ως τα παιδιά πού απαιτούν τα δώρα και τα παιχνίδια τους) πά­σο βάρος πέφτει, τις μέρες αυτές, στη νοικοκυρά.

Μπορεί σήμερα να τη βοηθάει στους εθιμικούς κόπους της, ή βιομηχανική συνερ­γασία και παραγωγή αυτό όμως δεν την απαλλάσσει από την έγνοια της προετοιμασίας πού, από απλή στην αρχή, γίνεται σιγά-σιγά αγχώδης, Ιδιαίτερα με την ομαδική παρόρμηση και τους εθιμικούς εξωτερικούς πειρασμούς.

Θα ανατρέξουμε όμως στα παλιότερα παραδοσιακά χρόνια (όπως συνεχίζονται και σήμερα στα πιο πολλά χωριά) , όταν ή νοικοκυρά τα ετοίμαζε όλα με τα χέρια της, όταν ή ανησυχία της ήταν ίση με την ευθύνη και με τα οικονομικά της προβλήματα, για την προμήθεια των υλικών. Συγκρίνοντας τις διαφορές των γε­νεών, δεν πρέπει μόνο να επαιρόμαστε για τα δικά μας αγαθά, θα πρέπει να σκεφτόμαστε και τις δυσκολίες των παλαιότερων.

Καυχόμαστε βέβαια, ότι μπορούμε με τον ηλεκτρικό φούρνο να ψήνουμε τη χριστουγεννιάτικη γαλοπούλα ή όρνιθα, ότι μπορούμε να ζητήσουμε με το τηλέφωνο τα μελομακάρονα της γιορτής" ότι μπορούμε να κάνουμε σπιτική φωτοχυσία με τον διακόπτη Θα πρέπει να σκεφτόμαστε και τη γιαγιά - έστω την παλιά προγιαγιά μας - πού έβγαινε στο λόγγο να κόψει τα ξύλα για το φούρνο της, που ξενυχτούσε κοσκινίζοντας τ' αλεύρι για τα χριστοκούλουρα, που αναζητούσε το κερί ή το λιγοστό πετρέλαιο για τον εορταστικό φωτισμό του σπιτιού.

"Ας σκεφτόμαστε τις συγκινητικές δυσκολίες των προγενεστέρων μας, για να χαιρόμαστε οργανικά τη συνέχεια του πολιτισμού μας. Μάνο έτσι δεν θα ξυπαζόμαστε οπό τη βολεμένη ζωή μας. Ή νεολαία ιδιαίτερα, ας μη βλέπει τις ανέσεις και τις δυνατότητες της σον αυτόματες δημιουργίες στα μέτρα της. Προηγήθηκαν μό­χθοι και υλικές μιζέριες, πριν οπό το ξέσπασμα των σημερινών α­γαθών. Χρειάζεται ν' αναζητούμε και να μαθαίνουμε ό,τι προηγή­θηκε, αν θέλουμε να συνεχίσουμε με κάποιο ήθος τον ίδιο πολιτισμό.

Τρία είναι τα θεμελιακά στοιχεία που απασχόλησαν και απασχολούν το ελληνικό σπίτι και τη νοικοκυρά του, τις μέρες αυτές των Χριστουγέννων, ως τα Θεοφάνια: η εστία, τα γεύματα, και ή φιλοξενία.

Η εστία, με την πλατύτερη έννοια της σπιτικής συνοχής και διάρκειας, με την υγεία, τη δύναμη, την ευτεκνία και τη χαρά, έπρεπε να συντηρεί, όλο το Δωδεκαήμερο, την πυρά και το φως της, πού θα έδιωχναν τα ενοχλητικά πνεύματα (τους Καλικάντζαρους) , θα έκάθαιραν το σπίτι οπό κάθε πιθανό μίασμα, και θα οδηγούσαν στη διατήρηση της ζωής, για το χρόνο πού άρχιζε. Το μεγάλο ή τα μεγάλα κλαριά για τη φωτιά (τα χριστόξυλα) κι ή αρωματική στάχτη τους έπρεπε να μένουν αναμμένα ως την ημέ­ρα τ' Αγιασμού.

Εκεί γύρω οπό την εστία (τη «γωνιά» η το τζά­κι των ποικίλων σπιτιών), μαζεύονταν όλα τα μέλη της οικογέ­νειας, από το βράδυ της Χριστουγεννιάτικης παραμονής (το πιο παραδοσιακό ελληνικό ρεβεγιόν) , κι έκαναν τις σπιτικές τελετές τους, πριν ξημερώσει για την εκκλησιά, (το «πάντρεμα της φω­τιάς» ή τη σπονδή με το κρασί, και την κουλούρα της γωνίας) .

Περνούσαν έτσι και τις άλλες βραδιές, κουβεντιάζοντας και τρώγοντας «ευκαρπιακές» λιχουδιές. "Αγρυπνος άνεφοδιαστής πάντα, και της φωτιάς και του ποτού και της λιχουδιάς, η νοικοκυρά, χαιρόταν να βλέπει τη συγκέντρωση των δικών της και ν' ακούει το χαρούμενο «μιληταριό», πού, περνώντας οι Γιορτές, θα το έχανε. Εστιακό επίσης έθιμο ήταν και το στόλισμα του σπιτιού με την απλή πρασινάδα του λόγγου (τη μυρτιά ή το σκίνο, τη δάφνη και την κουμαριά), με τα πορτοκάλια στα πιάτα και στα παράθυρα, πού αντικαταστάτης τους έγινε σήμερα το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο με τα στολίδια του... Και περίμενε ή νοικοκυρά την ημέρα των Θεοφανίων, για να τελέσει το τελευταίο εστιακό έθιμο, το ράντισμα του σπιτιού με τον αγιασμό του «Ιορδάνη».

Τα γεύματα έπειτα, πλουσιοπάροχα όσο γίνεται, πάντα πιο πλούσια από τις άλλες μέρες και στον πιο φτωχό, έχουν τη μαγι­κή επιδίωξη της ευφορίας. «"Οπως τρώμε σήμερα, να τρώμε όλο το χρόνο». Είναι μια συγκινητική προσπάθεια των ανθρώπων να εκ­βιάσουν τη ζωή, να μην αφήνει πεινασμένους στο διάβα της. "Οχι μόνο τους σπιτικούς αλλά και τους άλλους. Από εδώ πηγάζουν κι οι κοινωνικές φροντίδες μας για τους φτωχούς, οπό εδώ κι ή εντονότερη «φιλανθρωπική» κίνηση πού χαρακτηρίζει από παλιό­τερα τις Γιορτές.

Η ζεστασιά της εστίας και το καλό φαγητό δεν μπορούσε ν' αφήσει ξεχασμένον τον συνάνθρωπο. Το τραπέζι στο σπίτι δεν ξεστρώνεται, για να τρώνε κι οι περαστικοί. Ακόμα και τα ζώα, είτε στον γεωργικό κάμπο, είτε στο κτηνοτροφικό βουνό, πρέπει να φάνε καλύτερα. Μπορεί να τα ρωτήσει ο ίδιος ο Χριστός ή ο "Αι - Βασίλης. (Ποια εταιρία ζωόφιλων σκέφτηκε τέτοια κύ­ρωση;).

"Όλα τα έχει πάλι προβλέψει και καλοφροντίσει ή νοικοκυρά. "Όσες έζησαν και ζουν ακόμη τη δύσκολη αυτή φροντίδα της ετοι­μασίας των χριστουγεννιάτικων φαγητών (από τα χοιρομαγειρέματα ως τα ψησίματα των γιορτόψωμων και τ' απανωτά γλυκούδια) μπορούν και να καμαρώνουν για τον παραδοσιακό αυτόν κόπο τους. Μεγάλη αμοιβή τους ή έκδηλη ευχαρίστηση των δικών τους, πού καλοτρώνε και καλοκάθονται στο τραπέζι. Δικαιολογημένη κατα­ξίωση για την προσωπικότητά της κι ο τίτλος της «αρχόντισσας», πού θα της δώσουν τα παιδικά κάλαντα.

Ακολουθεί ή φ ι λ ο ξ ε ν ί α. Από αυτήν ξεκινά ή μεγάλη φροντίδα για τα πολλά γλυκίσματα του Δωδεκαημέρου. Δεν είναι μόνο ή εγκάρδια διάθεση, μαζί κι ή σπιτική αξιοπρέπεια, που επιβάλλουν πάντα να προσφέρεις κάτι ευχάριστο στους ξένους σου, αλλά και η μαγική «ομοιοπαθητική» επιδίωξη, να γίνει γλυκιά και η διά­θεση των επισκεπτών σου, και να είναι γλυκό το αποτέλεσμα των ευχών τους.
Γενικότερα, ή άφθονη διάθεση γλυκισμάτων, τις ημέρες αυτές, (όχι μόνο στους ξένους, αλλά και στους σπιτικούς) , απο­βλέπει και σε μια καλοσύνεψη των πνευμάτων, σε μια γλυκιά διά­θεση αγάπης και στοργής που θα απορρέει από μια ικανοποιημέ­νη «γλυκασμένη» ζωή;

«Πάντα γλυκασμένοι να 'στε!». Απλή εύχή, αλλά τόσο απαραίτητη για τη δύσκολη ζωή μας, με τα άγχη, τις αυθαιρεσίες και τους φανατισμούς.

Δεν θα ήθελα να θίξω κι ένα μελαγχολικό ερμήνευμα, πού δίνεται για μερικά από τα μειλίγματα των ημερών αυτών (τα μελομακάρονα, τη βασιλόπιτα κ.ά.), ότι αποτελούν θύμηση και προσφορά στους νεαρούς. Γιατί όχι; Χρειαζόμαστε κι εκείνων τη συμπαράσταση και την ευχή, για όσα μας ανησυχούν ή επιδιώκουμε στη ζωή μας.
Είχε και στον τομέα τούτον η νοικοκυρά την πιο μεγάλη και καλλιτεχνική, θα λέγαμε, αρμοδιότητα.

Τα σχήματα, οι ποιότητες και τα ονόματα των ελληνικών γλυκισμάτων του Δωδεκαημέρου μπορούν να συνθέσουν ενδιαφέρον βιβλιαράκι, με αποκαλυπτικό ονοματολόγιο. Σήμερα τη βοηθούν επίσης, πολύμορφα και εθιμικά, οι αρτοποιοί κι οι ζαχαροπλάστες. "Όλα τα εμπορικά και βιοτεχνι­κά επαγγέλματα προσαρμόζονται στα έθιμα και μας βοηθούν.

Στην μοντέρνα ζωή μας, οι Γιορτές του Δωδεκαημέρου είναι περίοδος «μεταβατήρια», όχι τόσο από το χειμώνα στην άνοιξη (στο «άνοιγμα» του καιρού), όπως τις πρωτοσκέφτηκαν οι άνθρωποι, όσο από τον ένα χρόνο στον άλλο. Συντελείται σε όλους μας μια ψυχι­κή αναστάτωση, με την αλλαγή αυτή.

Πάμε προς το άγνωστο. Η ως τώρα εμπειρία μας κάνει επιφυλακτικούς. Τι άλλο θα μας συμβεί ; "Όλα τα δημοσιεύματα, ανασκοπήσεις και προγνωστικά, θόρυβο : και παράτες κι επίσημοι εορτασμοί είναι κι αυτά εκδηλώσεις «αστρολογικές», για τον νέο Χρόνο.

Μεγέθυνση λαϊκών εθίμων είναι κι οι φανταχτεροί ηλεκτροφωτισμοί στις μεγαλουπόλεις, οι τελετές, τα φιλανθρωπικά λαχεία, οι σωματειακές βασιλόπιτες, τα πολυτελή δώρα, όπως και ο... 13ος μισθός.

Το σπίτι όμως μένει στην αρχική του παράδοση, με ελάχιστες εξελίξεις. Κρατεί τη χαρά της συγκέντρωσης, τη ζεστασιά της αγάπης, την αρχοντιά της φιλόξενης μορφής του εορτασμού. Και στην αρχοντιά αυτή, μεγαλόπρεπη και ιερατική, όπως είπαμε, προβάλλει πάντα ή παραδοσιακή υπόσταση της Ελληνίδας Νοικοκυράς.

Αναζήτηση Εργασίας

Εργασία από την Careerjet

Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψή σας

 

Followers